Η αθλητική τραυματολογία περιλαμβάνει όλες τις κακώσεις που μπορούν να προκληθούν από συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες είναι πολλές και χρήζουν άμεσης προσοχής, γιατί μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα.
Οι πιο κοινές
αθλητικές κακώσεις παρατίθενται παρακάτω:
Ρήξη Αχίλλειου τένοντα:
Ο αχίλλειος τένοντας είναι ο ισχυρότερος τένοντας του ανθρώπινου σώματος. Πρόκειται για έναν ινώδη ιστό που συνδέει το δικέφαλο γαστροκνήμιο και τον υποκνημίδιο μυ με την πτέρνα. Ο μεγαλύτερος αριθμός ρήξεων του αχίλλειου τένοντα συμβαίνει συνήθως κατά τη διάρκεια επίπονων δραστηριοτήτων με ιδιαίτερη συχνότητα στο τένις, το μπάσκετ, και ποδόσφαιρο σε άτομα ηλικίας 30 με 50 ετών.
Ο αχίλλειος μπορεί να πάθει κάκωση όταν το φορτίο που θα ασκηθεί επάνω του, ξεπεράσει την αντοχή του. Έχει υπολογιστεί από μετρήσεις ότι κατά το τρέξιμο, ο τένοντας δέχεται φορτίο 10 φορές πολλαπλάσιο του βάρους του σώματος.
Η ρήξη που επέρχεται μπορεί να είναι μερική ή πλήρης. Η μερική ρήξη συμβαίνει ως επί το πλείστον στο σημείο μετάπτωσης του γαστροκνήμιου μυός στην τενόντια μοίρα του. Οι κεντρικές ίνες του τένοντα ρήγνυνται χωρίς να διακοπεί η συνέχεια του τένοντα. Η τέλεια ρήξη του τένοντα είναι σπάνια και συμβαίνει συχνότερα σε άτομα μέσης ηλικίας με πολύ καλή ανάπτυξη του μυϊκού συστήματος αλλά και παράλληλη μείωση της ελαστικότητας των ιστών και ιδιαίτερα του συνδετικού. Οι πάσχοντες αισθάνονται ισχυρό πόνο πίσω από την ποδοκνημική άρθρωση όταν ξεκινούν κάποια αθλητική δραστηριότητα.
Η διάγνωση των οξειών ρήξεων μπορεί να γίνει αρκετά εύκολα. Αν όμως η ρήξη υπάρχει για μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε η ανάπτυξη οιδήματος και τυχόν μολύνσεις στην περιοχή του τένοντα κάνουν τη διάγνωση της χρόνιας ρήξης κάπως δυσκολότερη.
Θεραπεία
Η συνηθέστερη θεραπεία που απευθύνεται κυρίως σε αθλητές που θέλουν να επιστρέψουν σε σύντομο χρονικό διάστημα στην άθληση, είναι η χειρουργική. Η διαδικασία περιλαμβάνει συρραφή των δύο κομμένων άκρων του τένοντα, με ισχυρό ράμμα. Η συρραφή μπορεί να γίνει είτε με τομή στο δέρμα είτε διαδερμικά.
Η αντιμετώπιση χωρίς χειρουργείο είναι δυνατή με τοποθέτηση σε γύψο κάτω από το γόνατο, ώστε να ενωθούν τα δύο άκρα της ρήξης του τένοντα και να επουλωθούν με την πάροδο του χρόνου.
Πρόληψη
Προς αποφυγή ρήξης του αχίλλειου τένοντα θα πρέπει να προηγούνται διατατικές κινήσεις πριν από κάθε έντονη φυσική δραστηριότητα κυρίως του γαστροκνημίου μυός, εφόσον έχει γίνει προθέρμανση. Οι ασκήσεις αυτές θα πρέπει να γίνονται αργά και προσεκτικά χωρίς αναπήδηση, μέχρι γίνει αισθητό το τράβηγμα κατά μήκος του τένοντα και των μυών, χωρίς όμως να υπάρξει πόνος.
Ρήξη πρόσθιου χιαστού
Οι βασικοί σύνδεσμοι του γόνατος είναι δύο πλάγιοι και δύο χιαστοί. Οι χιαστοί βρίσκονται στο κέντρο του γόνατος και ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος δεν επιτρέπει στην κνήμη, να φύγει προς τα εμπρός ενώ ο οπίσθιος την συγκρατεί ώστε να μην φύγει προς τα πίσω.
Η ρήξη πρόσθιου χιαστού είναι από τις πιο συνήθεις συνδεσμικές κακώσεις του γόνατος.
Ο πιο συνηθισμένος μηχανισμός ρήξης του προσθίου χιαστού συνδέσμου είναι ο λεγόμενος μηχανισμός μη επαφής. Κατά την αθλητική δραστηριότητα δηλαδή, χωρίς δηλαδή καμία επαφή με αντίπαλο, όταν με το πέλμα είναι κολλημένο στο έδαφος και ο κορμός στρίβει απότομα είναι πιθανό να νοιώσει κανείς ένα ξαφνικό κρακ στο γόνατο συνοδευόμενο από έντονο πόνο.
Ο δεύτερος μηχανισμός ρήξης του είναι ο μηχανισμός επαφής, δηλαδή όταν κάποιος πέφτει πάνω στο γόνατο. Στην περίπτωση αυτή συνήθως η ρήξη του χιαστού είναι συνδεδεμένη και με ρήξη άλλων συνδέσμων του γόνατος. Κατά το 99% των περιπτώσεων οι αθλητές θα αναφέρουν ότι δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν τον αγώνα αλλά βγήκαν αμέσως έξω. Συνήθως το γόνατο μετά τον τραυματισμό παρουσιάζει οίδημα.
Η αποκατάσταση της ρήξης του πρόσθιου χιαστού γίνεται κυρίως χειρουργικά. Σε μετεγχειρητικό στάδιο, οι ασθενείς επιστρέφουν στο σπίτι με νάρθηκα και πατερίτσες.
Ρήξη μηνίσκου
Μια από τις συχνότερες αθλητικές κακώσεις, αλλά και μια από τις συχνότερες κακώσεις στο γόνατο γενικώς είναι η ρήξη μηνίσκου.
Oι μηνίσκοι αποτελούνται από ινώδη ιστό και παρεμβάλλονται ανάμεσα στις επιφάνειες της κνήμης και του μηρού. Οι μηνίσκοι επιτελούν χάρη στην αρχιτεκτονική τους μια πολύ σημαντική λειτουργία που είναι η απορρόφηση των κραδασμών.
Όταν τμήμα του μηνίσκου δέχεται πίεση που υπερβαίνει την αντοχή του ιστού δημιουργείται ρήξη. Ακόμα και μικρές ρήξεις μπορεί να είναι υπεύθυνα για πρόκληση σοβαρών συμπτωμάτων: συλλογή υγρού στην άρθρωση, πόνο κατά το γονάτισμα, αίσθημα μπλοκαρίσματος στο γόνατο, κλπ.
Οι ρήξεις είναι ως επί το πλείστον στη λευκή ζώνη του μηνίσκου, που δεν αιματώνεται. Το μόνο τμήμα του μηνίσκου που αιματώνεται είναι μία στενή ζώνη στην περιφέρεια του κοντά στο τοίχωμα της άρθρωσης. Όλος ο υπόλοιπος μηνίσκος δεν έχει αιμοφόρα αγγεία και τρέφεται από το αρθρικό υγρό, κι έτσι σε περίπτωση ρήξης, η πιθανότητα επούλωσης είναι πολύ μικρή.
Όταν η ρήξη είναι στην κόκκινη ζώνη μπορεί να θεραπευθεί με αρθροσκοπική επέμβαση. Σε περιστατικά που η ρήξη είναι στα όρια της κόκκινης – λευκής ζώνης, επιχειρείται συρραφή του μηνίσκου. Τα περισσότερα περιστατικά σημειώνονται με ρήξη στη λευκή ζώνη, όπου γίνεται, αρθροσκοπικά πάλι, αφαίρεση του αποσπασμένου τμήματος από το κυρίως σώμα του μηνίσκου.