Οστεοπόρωση

Η οστεοπόρωση είναι η χρόνια πάθηση του μεταβολισμού των οστών, κατά την οποία παρατηρείται σταδιακή μείωση της πυκνότητας και ποιότητάς τους, με αποτέλεσμα αυτά με την πάροδο του χρόνου να γίνονται πιο εύθραυστα και λεπτά. Έτσι προκαλείται αυξανόμενος κίνδυνος κατάγματος (σπασίματος) των οστών, καθώς μειώνεται η ανθεκτικότητα και η ελαστικότητά τους.

Η οστεοπόρωση είναι πιο συχνή μετά την ηλικία των 50 ετών, εμφανίζεται πολύ πιο συχνά στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες ενώ η συχνότητά της αυξάνει με την πρόοδο της ηλικίας. Επιδημιολογικές μελέτες σε διάφορες χώρες υποδεικνύουν ότι η οστεοπόρωση προσβάλλει το 25-35% των γυναικών και το 15-20% των ανδρών ηλικίας 50 ετών και πάνω. Στη χώρα μας ειδικές μελέτες έδειξαν ότι 28,4% των Ελληνίδων 50 ετών και πάνω παρουσιάζουν οστεοπόρωση. Είναι μάλιστα εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η διαπίστωση σε αυτή την έρευνα ότι οι γυναίκες που έχουν οστεοπόρωση, στη συντριπτική τους πλειοψηφία που αγγίζει το ποσοστό περίπου 75%, δεν το γνωρίζουν. Η ενημέρωση για την ύπαρξη της οστεοπόρωσης έρχεται μετά από κατάγματα. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί απολύτως όλους όσοι αποκαλούν την οστεοπόρωση ως σιωπηρή επιδημία της εποχής μας, αφενός επειδή είναι ασυμπτωματική και αφετέρου επειδή αφορά σ’ ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού.

Η καλύτερη αντιμετώπιση της οστεόπορωσης είναι η έγκαιρη διάγνωση δηλαδή πριν αυτή προκαλέσει κατάγματα. Καθώς, όπως προαναφέρθηκε, είναι ασυμπτωματική πρέπει να εξεταστούν κάποιοι παράγοντες που θέτουν τη γυναίκα σε υψηλό κίνδυνο για εμφάνιση κατάγματος όπως το οικογενειακό ιστορικό οστεοπόρωσης, το χαμηλό σωματικό βάρος, το κάπνισμα, η χαμηλή πρόσληψη ασβεστίου εφ’όρου ζωής, η κατάχρηση αλκοόλ, η πρόωρη εμμηνόπαυση (< 45), ωοθηκεκτομή, παρατεταμένη αμηνόρροια (>1 έτος) πριν την εμμηνόπαυση, μειωμένη όραση, επανειλημμένες πτώσεις, ανεπαρκής σωματική άσκηση ή παρατεταμένη ακινητοποίηση.

Η διάγνωση της οστεοπόρωσης μπορεί να επιτευχθεί σε μετακαταγματικό στάδιο αλλά και σε προσυμπτωματικό. Η πρώτη περίπτωση είναι ευκολότερη καθώς στηρίζεται στο ιστορικό, στην κλινική εξέταση και στη μέτρηση της οστικής πυκνότητας. Στο προσυμπτωματικό στάδιο, δηλαδή πριν συμβεί το κάταγμα,  η διάγνωση της οστεοπόρωσης μπορεί να γίνει με μέτρηση της οστικής πυκνότητας, εφόσον τηρούνται οι ενδείξεις για τη χρησιμοποίηση αυτής της διαγνωστικής μεθόδου. Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας γίνεται στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης πριν από την ηλικία των 60 ετών ή στο άνω άκρο του μηριαίου οστού στην ηλικία των 60 ετών και πάνω. Σ’ αυτή την περίπτωση η πιο χρήσιμη και αξιόπιστη μέθοδος είναι η μέτρηση της απορρόφησης διπλοενεργειακών φωτονίων, που είναι γνωστή ως DEXA από το Dual Energy X-ray absorptiometry. Πρόκειται για μια μέθοδο απόλυτα είναι ακριβή, σύντομη, αναίμακτη, ενώ ο εξεταζόμενος απορροφά ασήμαντη ακτινοβολία. Οι μετρήσεις γίνονται κυρίως στη σπονδυλική στήλη, στα ισχία και στους καρπούς, αλλά και σε ολόκληρο το σώμα. Η μέτρηση της οστικής μάζας γίνεται τόσο για τη διάγνωση της οστεοπόρωσης όσο και για την παρακολούθηση του αποτελέσματος της θεραπείας.

Η έγκαιρη πρόληψη μπορεί να βοηθήσει σημαντικά την αποτροπή της οστεοπόρωσης. Βασική προϋπόθεση είναι το «κτίσιμο» δυνατών οστών κατά τη διάρκεια της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, το οποίο προλαμβάνει την εμφάνιση της οστεοπόρωσης σε μεγαλύτερες ηλικίες. Υπολογίζεται πως περίπου το 85-90% της οστικής μάζας του ενήλικα αποκτάται μέχρι την ηλικία των 18 στα κορίτσια και των 20 στα αγόρια.

Τα παρακάτω πέντε βήματα, όταν συνδυαστούν, μπορούν να βελτιώσουν την υγεία των οστών και να βοηθήσουν σημαντικά στην αποτροπή της οστεοπόρωσης :

  • Βάλτε στην καθημερινή διατροφή σας ασβέστιο και βιταμίνη D
  • Ασκηθείτε καθημερινά και τονώστε τους μυς σας
  • Μην καπνίζετε και μην πίνετε πολύ αλκοόλ
  • Συζητήστε με τον ιατρό σας την πιθανότητα για να εκδηλώσετε οστεοπόρωση και ρωτήστε πότε πρέπει να κάνετε μέτρηση οστικής πυκνότητας
  • Κάντε τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας τη σωστή χρονική στιγμή